Περιεχόμενα


Τα ματωμένα Χριστούγεννα του 1963
Που οδήγησε το προηγούμενο "σχέδιο Ανάν"

Οι υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν κατηγορούν όλους όσους ψήφισαν όχι στο δημοψήφισμα σαν εθνικιστές. Η προσπάθεια να εμφανιστούν από τη μία οι υποστηρικτές του όχι σαν εθνικιστές και από την άλλη σαν διεθνιστές και υποστηρικτές της ειρήνης και της επανένωσης του νησιού όσοι ψήφισαν ναι είναι αδιέξοδη.

Δεν μπορεί να εξηγήσει πώς ο Αναστασιάδης, ο μεγαλύτερος υποστηρικτής του Γριβισμού και των S-300, που έχει στο κόμμα του πολλούς από αυτούς που ήταν ξεφωνημένοι υποστηρικτές του συνθήματος "καλός τούρκος ο νεκρός τούρκος", εμφανίζονται σαν οπαδοί της ειρήνης και της επαναπροσέγγισης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Παπαδόπουλος και οι πολιτικές ηγεσίες είπαν όχι γιατί ήθελαν ένα σχέδιο που να ανταποκρίνεται περισσότερο στις ελληνοκυπριακές επιδιώξεις. Ένα μεγάλο μέρος του κόσμου όμως, των απλών ανθρώπων που ψήφισαν όχι το έκαναν όχι γιατί ήθελαν περισσότερα για την ελληνική πλευρά αλλά γιατί δεν είχαν καμιά εμπιστοσύνη ότι αυτό το σχέδιο θα έφερνε την ειρήνη στη Κύπρο. Ανησυχούσαν γιατί καταλάβαιναν ότι αυτό το σχέδιο έγινε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των αμερικανοβρετανών και είχε τόσες ασάφειες που εύκολα θα μπορούσε να οδηγήσει ξανά σε επανάληψη του παρελθόντος, σε νέους πολέμους και καταστροφές όπως το ΄63 και το ΄74. Αυτό δεν ήταν μια μεταφυσική ανησυχία αλλά κάτι που στηριζόταν τόσο στην εμπειρία του παρελθόντος όσο και στο ίδιο το περιεχόμενο του σχεδίου αλλά και στην επιμονή των ιμπεριαλιστών να το επιβάλουν με το έτσι θέλω.

Μπορεί να έχουν περάσει 40 χρόνια από τότε που εφαρμόστηκε το προηγούμενο "σχέδιο Ανάν" στη Κύπρο, οι συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου αλλά οι συνέπειες του είναι ακόμη εκεί και δεν είναι εύκολο να ξεχάσει ο κόσμος. Εξάλλου όλοι γνωρίζουν ποια ήταν η κατάληξη παρόμοιων σχεδίων σαν το Ανάν που εφαρμόστηκαν στη Βοσνία, το Κόσσοβο, την Παλαιστίνη και αλλού.

Όσοι νομίζουν ότι οι άρχουσες τάξεις των δύο πλευρών "έμαθαν από τα λάθη του παρελθόντος" και δεν επαναλάβουν τέτοιες σφαγές και εγκλήματα έχουν λάθος. Δεν χρειάζεται παρά να δούμε πώς αντιδρούν σήμερα σε μικρά γεγονότα, όπως η επίδειξη ταυτότητας για να πάς στην άλλη πλευρά, ή η παρουσία τουρκοκυπρίων σαν παρατηρητών στην Ε.Ε. ή μια θρησκευτική τελετή στην άλλη πλευρά για να δει τι πραγματικά έχουν στο μυαλό τους.

Ποια μπορεί να είναι η τύχη μια τέτοιας συμφωνίας και μιας τέτοιας αντιμετώπισης φαίνεται πολύ καθαρά όταν δούμε τι έγινε την προηγούμενη φορά που κατέληξαν σε συμφωνημένη διευθέτηση του κυπριακού.

Το 1963

Τρία χρόνια μετά την υπογραφή της συμφωνίας της Ζυρίχης, οδηγηθήκαμε στην πρώτη ανοιχτή πολεμική σύγκρουση ανάμεσα σε ελληνοκυπρίους και τουρκοκυπρίους. Και οι δύο πλευρές έβλεπαν την συμφωνία της Ζυρίχης σαν ένα ενδιάμεσο σταθμό για την επίτευξη των στόχων τους.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τουρκική άρχουσα τάξη σχεδίαζε τις εξελίξεις του '63 και είχε τα δικά της σχέδια για να δημιουργήσει δική της αυτόνομη διοίκηση στο νησί. Όμως οι συγκρούσεις στο νησί, που άρχισαν στις 21 του Δεκέμβρη, δεν ήρθαν σαν κεραυνός εν αιθρία. Ήταν το αποκορύφωμα ενός έντονου πολιτικού και οικονομικού ανταγωνισμού που υπήρχε ανάμεσα στις άρχουσες τάξεις των δυο κοινοτήτων και που τα τρία πρώτα χρόνια της δικοινοτικής δημοκρατίας, είχε πάρει έντονες διαστασεις.

Η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη έβλεπε την συμφωνία Ζυρίχης ως τον ενδιάμεσο σταθμό για την Ένωση με την Ελλάδα. Προσπάθησε να χρησιμοποιήσει την οικονομική υπεροχή που είχε και το κράτος που ουσιαστικά έλεγχε για να εμποδίσει την τουρκοκυπριακή άρχουσα τάξη να αναπτυχθεί και να γίνει ανταγωνιστής της. Η εκκλησία, ο μεγαλύτερος ιδιοχτητης ακινήτων δεν πουλούσε ούτε νοίκιαζε σπίτια και υποστατικά σε τουρκοκύπριους. Οι ελληνικές επιχειρήσεις, όπως οι τράπεζες δεν προσλάμβαναν ούτε σαν υπαλλήλους τους τουρκοκυπριους. Οι κρατικές υπηρεσίες κωλυσιεργούσαν στην εξυπηρέτηση τους ενώ το υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας αρνιόταν ακόμα και να τους δώσει άδεια να κάνουν δικές τους επιχειρήσεις. Για να πάρουν τέτοια άδεια οι τουρκοκύπριοι συνήθως αναγκάζονταν να βάλουν ελληνοκύπριο συνεταίρο.

Η ίδια η κυβέρνηση αρνήθηκε να προσλάβει τουρκοκύπριους δημόσιους υπαλλήλους σε αναλογία 70% με 30% όπως πρόβλεπε το Σύνταγμα. Όταν μάλιστα τον Μάιο του 1961 οι τουρκοκύπριοι αρνήθηκαν να ψηφίσουν τρίμηνη ανανέωση της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας, ζητώντας εφαρμογή αυτής της αναλογίας, ο Μακάριος έδωσε εντολή στις εφορείες να εξακολουθήσουν να εισπράττουν τους φόρους παραβιάζοντας το Σύνταγμα που υπόγραψε μόλις ένα χρόνο πριν.

Αυτό βέβαια δεν έγινε τυχαία, και ούτε αφορούσε ένα μεμονωμένο περιστατικο. Ήθελαν να δημιουργήσουν ένα προηγούμενο για να μπορούν να αλλάξουν και άλλες πρόνοιες του Συντάγματος και των συμφωνιών της Ζυρίχης. Η εφημερίδα "Μαχη" του Σαμψών σχολιάζοντας την απόφαση του Μακάριου, ομολογούσε στις 6 του Απρίλη του 61, αυτές ακριβώς τις μεθοδεύσεις της ελληνοκυπριακής άρχουσας τάξης: "Κατά τους πολιτικούς παρατηρητές, η καθόλου στάσης των Τούρκων παρέχει λαμπρά ευκαιρία και δημιουργεί τρόπον τινά εν προηγούμενον, βάσει του οποίου τα σημεία εκείνα του Συντάγματος, τα οποία δημιουργούν εστίας προστριβών μεταξύ των δυο συνοίκων στοιχείων, να μην εφαρμόζονται κατά γράμμα"

Λίγο αργότερα ο Μακάριος παραβιάζοντας ξανά το Σύνταγμα αποφάσιζε να μην εφαρμόσει την πρόβλεψη για δημιουργία χωριστών τουρκοκυπριακών δήμων στις πέντε μεγάλες πολεις. Δημιουργούσε άλλο ένα τετελεσμένο σε βάρος των τουρκοκυπρίων.

Τα 13 σημεία

Ο πολιτικός ανταγωνισμός αυτής της περιόδου έφτασε στο αποκορύφωμα του το φθινόπωρο του 1963, όταν ο Μακάριος προσπάθησε να τροποποιήσει το Σύνταγμα προτείνοντας στους τουρκοκύπριους 13 σημεία αλλαγής του. Από τα δεκατρία σημεία τα εφτά αποτελούσαν αφαίρεση προστατευτικών για την τουρκοκυπριακή μειοψηφία διατάξεων, όπως το δικαίωμα βέτο του αντιπρόεδρου, ενώ τα άλλα έξη ήταν ανώδυνες παραχωρήσεις. Οι τουρκοκύπριοι αρνήθηκαν να δεχτούν αυτές τις τροποποιήσεις.

Ο Μακάριος όμως ήταν αποφασισμένος να επιβάλει και αυτές τις αλλαγες. Όπως ομολογεί σε επιστολή που έστειλε λίγο πριν υποβάλει τα δεκατρία σημεία, στον Ν.Κρανιδιωτη, πρεσβευτή στην Αθήνα, "η αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί εθνικήν επιταγήν" και ότι "σε περίπτωση που η Τουρκική πλευρά θα απέκρουε τις διαπραγματεύσεις, ή σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις θα αποτύγχαναν, η Κυβέρνηση θα επροχώρει εις την ληψιν άλλων μέτρων προς επιτευξιν του σκοπού της αναθεωρήσεως".

Η προσπάθεια αλλαγής του Συντάγματος ήταν μέρος ενός γενικότερου σχεδίου της ελληνοκυπριακής άρχουσας τάξης και της πολιτικής ηγεσίας για απαλλαγή από τις συμφωνίες της Ζυρίχης ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την πλήρη κυριαρχία της Ελληνοκυπριακής αστικής τάξης στην Κυπρο.

Ο αντιστράτηγος Γ.Καραγιαννης, διοικητής των Ελληνοκυπριακων δυνάμεων κατά το 1964, υποστηρίζει σε μια σειρά άρθρων του στον "Εθνικό Κήρυκα" των Αθηνών, ότι η απόφαση αυτή του Μακάριου "αποτελούσε το πρώτο βήμα μιας σειράς προδιαγεγραμμένων διαδοχικών σταδίων. Το δεύτερο στάδιο περιελάμβανε την καταγγελία και κατάργηση της Συνθήκης Εγγυησεως. Το τρίτο την ανακίνηση του ζητήματος της αυτοδιαθέσεως και τελικά την διενέργεια δημοψηφίσματος και την ανακήρυξη της Ενωσεως." (Εθνικός Κήρυξ, Αθήναι, 13/6/1964)".

Οι συγκρούσεις

Ήταν σχεδόν σίγουρο ότι ένα τέτοιο σχέδιο θα οδηγούσε σε ένοπλες συγκρούσεις. Ο Μακάριος όμως προετοιμαζόταν για ένα τέτοιο ενδεχομενο. Έκανε μαζί με τον τότε υπουργό Εσωτερικών, τον Πολύκαρπο Γιωρκατζη το σχέδιο "Ακρίτας" (ήταν το ψευδώνυμο του Γιωρκατζη) που πρόβλεπε την στρατιωτική επιβολή της αλλαγής του Συντάγματος και των συμφωνιών της Ζυρίχης και την δημιουργία της "Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων". Μιας στρατιωτικής οργάνωσης που στελεχώνονταν κυρίως από μέλη της ΕΟΚΑ.

Τα σχέδια αυτά της ελληνοκυπριακής άρχουσας τάξης διακηρύσσονταν σχεδόν ανοιχτά και έφταναν μέχρι τις απειλές προς τους τουρκοκύπριους: "Αι δηλώσεις του Προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαριου.. δημοσιευθεισαι εις Αθηναϊκας εφημερίδας το τέλος Ιουλίου έδωσαν πλέον επισημον διακυρηξιν εις τας από πολλών μηνών ανεπισήμως διατυπωμένας απόψεις της ελληνικής ηγεσίας... Είναι προς το συμφέρον των ίδιων των τουρκοκυπρίων όπως τα αρνητικά στοιχεία των συμφωνιών αρθούν με ταξιν και συνεσιν προτού παρασύρει ταύτα ο λαίλαπας της ογκούμενης λαϊκής δυσφορίας" (περιοδικό "Αγων" Αύγουστος '63).

Πράγματι αυτό που ακολούθησε ήταν λαίλαπα για τους τουρκοκυπριους. Τα ξημερώματα της 21ης Δεκεμβρίου του 1963, μετά από μια περίοδο έντασης των μυστικών προετοιμασιών και στις δυο πλευρές, ξέσπασαν οι συγκρούσεις.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η τουρκική άρχουσα τάξη επιδίωκε να μετακινήσει τους τουρκοκύπριους σε περιοχές με ομοιογενή τούρκικο πληθυσμό. Όμως ήταν η πολιτική της ελληνοκυπριακής άρχουσας τάξης που έσπρωξε τους τουρκοκυπρίους να ακολουθήσουν τις επιλογές της ηγεσίας τους.

Σχέδια λύσης

Η ουσία δεν είναι στις διατάξεις και στις πρόνοιες ενός σχεδίου αλλά στην θέληση και στην διάθεση των δυο πλευρών. Δυστυχώς όμως δεν φαίνεται να υπάρχει μια πολιτική δύναμη που να βάζει τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων πάνω από τα συμφέροντα των αρχουσών τάξεων και να κάνει βέβαιο ότι δεν θα οδηγηθούμε σε ένα νέο '63 ή ένα νέο '74. Ούτε το πρόσφατο, ούτε το μακρινό παρελθόν αυτών των κομμάτων δίνει τέτοιες εγγυήσεις.

Σε όλη αυτή τη πορεία που οδήγησε στις συγκρούσεις και στον πόλεμο του 1963-64 δεν ήταν μόνο οι δεξιοί πολιτικοί που πρωτοστάτησαν αλλά και άλλοι που θεωρούνται προοδευτικοί όπως ο Λυσσαριδης και άλλα στελέχη της σημερινής ΕΔΕΚ που είχαν δική τους ένοπλη ομάδα, και δικό τους καπετανατο.

Το ΑΚΕΛ σήμερα καταδικάζει την προσπάθεια του Μακάριου να τροποποιήσει το Σύνταγμα χωρίς την θέληση των τουρκοκυπρίων αλλά τότε, την εποχή που συνέβαιναν αυτά τα γεγονότα υποστήριξε τελείως και τον Μακάριο και τα πρωτοπαλίκαρα του. Υποστήριξε τα σχέδια τους για τροποποποιηση του Συντάγματος και την προσπάθεια τους να προωθήσουν τα σχέδια τους για "Αυτοδιάθεση - Ένωση". Αν υπήρχε κάποια κριτική που έκανε τότε το ΑΚΕΛ στην δεξιά και την κυβέρνηση του Μακάριου ήταν γιατί δεν του έδιναν την δυνατότητα να πάρει και αυτό μέρος στις εξελιξεις. Η "Χαραυγή" της εποχής είναι γεμάτη με καλέσματα για "εθνική ενότητα" και "εθνική συσπείρωση όλων των ελλήνων ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε πολιτικές, ιδεολογικές και άλλες διαφορές". Δεν υπάρχει όμως ούτε μια καταγγελία της κυβέρνησης ή των ενόπλων ομάδων για τα εγκλήματα τους σε βάρος των τουρκοκυπρίων.

Στο ίδιο μοτίβο κινείται και σήμερα το ΑΚΕΛ. Ενάμιση χρόνο μετά το άνοιγμα των συνόρων και ο Χριστόφιας δεν έχει επισκεφτεί το βορρά για να μην δείξει ταυτότητα κάτι που θεωρείται σαν αναγνώριση του "ψευδοκράτους". Επέλεξε και στηρίζει τον Τάσσο για πρόεδρο, το τότε δεξί χέρι του Γιωρκάτζη, που και σήμερα δηλώνει ότι θέλει αλλαγές για να γίνει το σχέδιο Αναν "λειτουργικό και βιώσιμο". Αν δεν τις πετύχει τώρα ποιός εγγυάται ότι αυτός αλλά και η υπόλοιπη άρχουσα τάξη δεν θα τις επιδιώξουν στο μέλλον όπως έκανε ο Μακάριος και να οδηγήσουν ξανά σε νέες συγκρούσεις;

Η ελπίδα για ένα ειρηνικό μέλλον στο νησί δεν βρίσκεται σε αυτούς που δημιούργησαν το πρόβλημα, τις άρχουσες τάξεις των δύο πλευρών και τις μεγάλες δυνάμεις που επεμβαίνουν για να εξασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα. Αυτοί δεν μπορούν με κανένα τρόπο να εξασφαλίσουν μια "δίκαιη, ειρηνική και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό". Η ελπίδα βρίσκεται στους ίδιους τους απλούς ανθρώπους των δύο πλευρών, στο κτίσιμο ενός κινήματος για ειλικρινή επαναπροσέγγιση χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Που να αναγνωρίζει ότι ο πραγματικός εχθρός δεν είναι οι απλοί άνθρωποι της άλλης πλευράς αλλά η άρχουσες τάξεις και των δύο πλευρών και οι άλλοι ιμπεριαλιστές που ρίχνουν λάδι στη φωτιά.

Το εκπληκτικό κύμα συμφιλίωσης και φιλειρηνικής διάθεσης που εμφανίστηκε μετά το άνοιγμα το συνόρων στις 23 του Απρίλη και κυρίως γεγονότα όπως το συλλαλητήριο στη Μόρφου μετά την βομβιστική επίθεση στον Άγιο Μάμα έδειξαν ότι ένα τέτοιο κίνημα δεν είναι μόνο αναγκαίο αλλά και εφικτό.


Περιεχόμενα