Tριάντα χρόνια από τον πόλεμο του '74
Από τις εξέδρες και τους άμβωνες θα ακούσουμε για άλλη μια φορά τα αναθέματα για το προδοτικό πραξικόπημα και την εισβολή. Θα ακούσουμε ίσως και για κάποιους φανατικούς των δυο πλευρών και τις ευθύνες τους για τους πολέμους στη Κύπρο.
Οι πόλεμοι στη Κύπρο όμως δεν είναι αποτέλεσμα της δράσης κάποιων φανατικών που σκότωσαν, βίασαν, λεηλάτησαν και κατάστρεψαν αθώα θύματα ή ακόμη και ολόκληρα χωριά της άλλης πλευράς. Η όλη ιστορία του Κυπριακού είναι μια ιστορία ανταγωνισμών, συγκρούσεων και πολέμων όχι κάποιων φανατικών αλλά των ίδιων των αρχουσών τάξεων των δύο πλευρών και ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων για να εξασφαλιστούν τα συμφέροντα τους οι διάφορες δυνάμεις που ήταν ανακατεμένες στο κυπριακό.
Η πολεμική αντιπαράθεση ανάμεσα στις άρχουσες τάξεις των δύο πλευρών, στη Κύπρο δεν αρχισε τον Ιούλιο του 1974 με την εισβολή της Τουρκίας όπως θέλει να το παρουσιάσει η επίσημη ελληνοκυπριακή πλευρά. Ούτε βέβαια και η τούρκικη εισβολή ήταν καμία "ειρηνευτική επιχείρηση" όπως θέλει να το παρουσιάσει η επίσημη τουρκική πλευρά.
Όλες οι πλευρές θέλουν να κρύβουν τις δικές τους ευθύνες. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι πρόκειται για αρπακτικά που για χάρη των οικονομικών συμφερόντων τους δεν δίστασαν να οδηγήσουν σε αιματοκύλισμα και προσφυγιά χιλιάδες αθώα θύματα και από τις δύο πλευρές.
Οι διακοινοτικές συγκρούσεις είχαν αρχίσει πολύ πιο πριν, από το 1958 τουλάχιστον. Το αίτημα της Ένωσης δημιουργούσε πολλές αντιδράσεις στους τουρκοκύπριους από την δεκαετία του '40. Με το ξέσπασμα του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ για την Ένωση, οι αντιδράσεις των τουρκοκυπρίων πήραν πολύ πιο έντονο χαρακτήρα με αποτέλεσμα το 1958 να έχουμε τις πρώτες συγκρούσεις και νεκρούς.
Οι συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου του ΄59-'60, και το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας απαγόρευαν την Ένωση και την διχοτόμηση. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον Μακάριο, που είχε την στήριξη από την υπόλοιπη πολιτική ηγεσία και από το ΑΚΕΛ, να παραβιάσει το Σύνταγμα και να αρνείται να εφαρμόσει τις διατάξεις που ήταν προστατευτικές για τους τουρκοκύπριους. Αρνήθηκε να τους παραχωρήσει το δικαίωμα για χωριστούς δήμους στις πέντε μεγάλες πόλεις και αφού οι τουρκοκύπριοι για το λόγο αυτό αρνήθηκαν να ψηφίσουν τις νέες φορολογίες, τις πέρασε με προεδρικά διατάγματα.
Στο τέλος προσπάθησε να αλλάξει το ίδιο το Σύνταγμα και να αφαιρέσει κάθε προστατευτική διάταξη που υπήρχε υπέρ των τουρκοκυπρίων υποβάλλοντας τα περίφημα 13 σημεία. Για να επιβάλει αυτές τις αλλαγές δημιούργησε ένα ένοπλο σώμα από 5000 ένοπλους κάτω από τις διαταγές του Γιωρκάτζη. Αυτό ήταν το περίφημο σχέδιο Ακρίτας που οδήγησε στις συγκρούσεις του 63-64 κατά τις οποίες οι τουρκοκύπριοι είχαν εκατοντάδες νεκρούς, πρόσφυγες και αγνοούμενους.
Μέσα από αυτές τις εξελίξεις του '63-64, η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη κατάφερε να στριμώξει τους τουρκοκύπριους, το 18% του πληθυσμού, στο 4,8% του εδάφους, στους θύλακες και να τους απομονώσει για να τους αναγκάσει να δεχτούν τις προτάσεις του Μακαρίου.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι και οι τουρκοκύπριοι εθνικιστές προετοίμαζαν και αυτοί τις δικές τους εξελίξεις. Τις πρωτοβουλίες όμως τις είχε η ελληνοκυπριακή πλευρά και ο Μακάριος που βιάζονταν να απαλλαγούν από τους περιορισμούς της Ζυρίχης και των συμφωνιών του '60.
Οικονομικός πόλεμος
Ακόμα και στις "ειρηνικές" περιόδους των δυο κοινοτήτων, υπήρχε ένας αμείλικτος οικονομικός πόλεμος. Η κυρίαρχη οικονομικά εθνότητα, οι ελληνοκύπριοι, προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη τους για να εμποδίσουν τους τουρκοκύπριους να αναπτυχθούν οικονομικά. Δεν τους έδιναν άδειες να κτίσουν τα δικά τους εργοστάσια ή ξενοδοχεία αν δεν είχαν έλληνα συνέταιρο. Οι τράπεζες δεν προσλάμβαναν τουρκοκύπριους υπάλληλους. Στην βιομηχανία είχαν τις πιο σκάρτες και κακοπληρωμένες δουλειές. Η εκκλησία, ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης γης, ούτε πουλούσε ούτε νοίκιαζε σπίτια, μαγαζιά ή κτήματα σε τουρκοκύπριους. Δεν έκαναν έργα σε περιοχές που ζούσαν τουρκοκύπριοι.
Η οικονομική και κοινωνική ανισότητα ήταν τεράστια. Το 1963 οι τουρκοκύπριοι έλεγχαν μόνο το 6,1% της βιομηχανικής παραγωγής, το 12.6% της αγροτικής και μόλις το 0.5% των εξαγωγών.
Αυτή ήταν η υλική βάση πάνω στην οποία μπόρεσε να πατήσει και ν' αναπτηχθεί ο εθνικισμός και στις δύο κοινότητες. Από την μεριά της ελληνοκυπριακής αριστεράς, του ΑΚΕΛ, όχι μόνο δεν υπήρξε οποιαδήποτε αντίδραση στην καταπίεση και εκμετάλλευση των τουρκοκυπρίων αλλά ουσιαστικά στήριξε όλες τις βασικές επιλογές της ελληνοκυπριακής άρχουσας τάξης, όλ' αυτά τα χρόνια. Έτσι οι εργάτες και στις δύο πλευρές δέθηκαν πίσω από τις επιδιώξεις των κυρίαρχων τους τάξεων.
Ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός
Οι προσπάθειες των ελληνοκύπριων καπιταλιστών να επιβάλουν την δική τους κυριαρχία, είχαν και την στήριξη της Ελλάδας. Αυτή η συμμαχία όμως δεν ήταν πάντα "αδελφική". Οι έλληνες καπιταλιστές είχαν τις δικές τους μεγαλεπήβολες επιδιώξεις.
Η ελληνική άρχουσα τάξη βρίσκονταν σε ανταγωνισμό με τη Τουρκία. Και οι δυο πλευρές διεκδικούσαν το ρόλο του ισχυρότερου σύμμαχου του δυτικού ιμπεριαλισμού στη περιοχή. Αυτό σήμαινε την οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική ανάδειξη τους στη περιοχή.
Το 1973 η "πετρελαϊκή κρίση" έστειλε τη τιμή του "μαύρου χρυσού" στα ύψη. Τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο αποκτούσαν ξαφνικά τεράστια αξία. Από την άλλη ο ανταγωνισμός για τις αγορές στη Μέση Ανατολή σήμαινε αυτόματα ανταγωνισμό για τα αεροναυτικά περάσματα στο Αιγαίο. Η Ελλάδα ζητούσε να κηρυχθεί το Αιγαίο κλειστή θάλασσα. Τελικά κατάφερε να κερδίσει το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων από 6 σε 12 ναυτικά μίλια.
Αν η Χούντα εξασκούσε αυτό το δικαίωμα τα διεθνή ύδατα του Αιγαίου θα περιορίζονταν από 49% σε ένα ελάχιστο 19%. Η Τουρκία απειλούσε ότι τυχόν επέκταση των χωρικών υδάτων, θα ήταν αιτία πολέμου.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η Χούντα του Ιωαννίδη οργάνωσε το πραξικόπημα στη Κύπρο. Αυτή η κίνηση σκοπό είχε να αναβαθμίσει από τη μια την ίδια την Χούντα που κατέρρεε κάτω από την πίεση των εργατών και της νεολαίας και από την άλλη να αναβαθμίσει την στρατηγική θέση της Ελλάδας απέναντι στη Τουρκία. Ο ελληνικός καπιταλισμός θα κατοχύρωνε το προβάδισμα του σαν ο πιο σημαντικός συνεταίρος των ιμπεριαλιστών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειό.
Αυτό που δεν ήταν σίγουρο για τη Χούντα ήταν η στάση των ελληνοκυπρίων. Ο Μακάριος είχε κάνει αρκετές φορές επίδειξη ανεξαρτησίας από το "εθνικό κέντρο". Ο ελληνοκυπριακός καπιταλισμός είχε πια καταφέρει τα δικά του ανοίγματα στη Μέση Ανατολή και ΕΣΣΔ και δεν είχε διάθεση να είναι ο κομπάρσος της ελληνοτουρκικής διαμάχης αλλά η τρίτη κορυφή του τριγώνου.
Η αντίσταση στο πραξικόπημα και την ΕΟΚΑ Β και η άρνηση των ελλήνων εργατών να συρθούν στο πόλεμο από τη χούντα χάλασε τα σχέδια των στρατοκρατών. Απομονωμένη η χούντα κατέρρευσε.
Η προοπτική
Η σύγκρουση και ο πόλεμος στην Κύπρο όπως και η υπόλοιπη ελληνοτουρκική διαμάχη είναι πέρα για πέρα αντιδραστική και άδικη και για τις δυο πλευρές. Έχει να κάνει με τα κυνικά συμφέροντα των καπιταλιστών και όχι των απλών ανθρώπων. Αν στη τελευταία φάση της πολεμικής σύγκρουσης, το '74 έχασαν οι ελληνοκύπριοι και έλληνες καπιταλιστές αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν και το δίκαιο με το μέρος τους, ότι είναι αθώα θύματα. Όλα τα προηγούμενα χρόνια ήταν αυτοί που καταπίεζαν και εξόντωναν τους τουρκοκύπριους.
Τα πραγματικά αθώα θύματα αυτής της σύγκρουσης και των πολέμων στην Κύπρο είναι οι απλοί άνθρωποι των δύο πλευρών, ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι, έλληνες και τούρκοι, που έχασαν τη ζωή τους, τα αγαπημένα τους πρόσωπα, τα σπίτια τους, τα πάντα. Αυτοί που δεν έφταιξαν σε τίποτα και πλήρωσαν το κόστος της απληστίας και του ανταγωνισμού των δύο αντιπάλων αρχουσών τάξεων.
Η προοπτική για την ειρήνη στη Κύπρο δεν βρίσκεται στις διπλωματικές μανούβρες του Παπαδόπουλου και του Ταλάτ ή στις πρωτοβουλίες των αμερικανών και της Ε.Ε. και στα ιμπεριαλιστικά τους σχέδια. Η αξία αυτών των σχεδίων δοκιμάστηκε πολλές φορές στο παρελθόν και στη Κύπρο και αλλού. Βρίσκεται στο διεθνισμό και τους αγώνες, των απλών ανθρώπων και των δύο πλευρών που είναι οι μόνοι που έχουν συμφέρον από μια ειρηνική και δημοκρατική διευθέτηση του κυπριακού.
Με τους ιμπεριαλιστές ή με τα θύματα τους;
Mετά τα δημοψηφίσματα, μια νέα διαίρεση της κοινωνίας έχει εμφανιστεί στη Κύπρο και ιδιαίτερα μέσα στους ελληνοκύπριους. Η κοινωνία έπαψε πια να είναι χωρισμένη σε τάξεις. Δεν υπάρχουν πια η κυρίαρχη τάξη και η κυριαρχούμενη, οι καταπιεστές και οι καταπιεσμένοι, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, οι εκμεταλλευτές και οι εκμεταλλευόμενοι, οι κατακτητές και οι κατακτημένοι, οι πολεμοκάπηλοι και τα αθώα θύματα των πολέμων. Η κύρια διαίρεση της κοινωνίας τώρα έχει γίνει το ναι και το όχι. Το αν κανείς ψήφισε ναι ή όχι στο σχέδιο Ανάν.
Αυτό καθορίζει τη στάση σε όλα τα θέματα, των περισσοτέρων, και κυρίως των ηγεσιών των κομμάτων που υποστήριξαν το ναι και ιδιαίτερα κάποιων κομματιών που εμφανίζονται σαν οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της επαναπροσέγγισης της ειρήνης και της επανένωσης του νησιού.
Για αυτούς όσοι ψήφισαν όχι ταυτίζονται με τον εθνικισμό, με τον Παπαδόπουλο και τον Κουτσού και θέλουν τη διχοτόμηση του νησιού, δεν θέλουν την ειρήνη και ψήφισαν ενάντια στους τουρκοκύπριους. Αν βέβαια το κριτήριο για το ποιός υποστηρίζει την ειρήνη είναι το αν υποστήριξε και υποστηρίζει το σχέδιο Ανάν τότε θα πρέπει να νοιώθουν κάπως περίεργα που βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο με τους "φιλειρηνιστές" Μπούς, Μπλέρ, Σολάνα, Φερχόιγκεν ή τον Κληρίδη και Αναστασιάδη των S-300.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το όχι του Παπαδόπουλου και πολύ περισσότερο του Μάτση και του Κουτσού ήταν ένα εθνικιστικό όχι που είχε σαν στόχο να εξασφαλίσουν μια πιο ελληνική διευθέτηση του Κυπριακού. Στόχος τους ήταν να εξασφαλίσουν πρώτα την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. και να χρησιμοποιήσουν αυτή τους τη θέση για να πετύχουν μια καλύτερη διευθέτηση με βάση τα ελληνοκυπριακά συμφέροντα. Όπως πολύ χαρακτηριστικά το βάζει ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης Δώρος Θεοδώρου: "Η Κύπρος αυτή τη στιγμή ως μέλος της Ε.Ε. έχει κατακτήσει πολύ καλύτερη θέση στο ισοζύγιο δυνάμεων". Είναι αναμφισβήτητα μια θέση που στρέφεται εναντίον των τουρκοκυπρίων
Στην ίδια κατεύθυνση είναι και το όχι του ΑΚΕΛ το οποίο αφού χαρακτήρισε το σχέδιο σαν ετεροβαρές υπέρ των τουρκικών θέσεων πρόβαλε την ανάγκη για εγγυήσεις για την ασφάλεια και την εφαρμογή του και κάποιες μικροαλλαγές για να γίνει λιγότερο επαχθές για τις ελληνοκυπριακές θέσεις. Στην ουσία το ΑΚΕΛ ζητούσε από το Συμβούλιο Ασφαλείας, τον Μπους, τον Μπλερ, τον Πούτιν και τα άλλα γεράκια του πολέμου να εγγυηθούν ότι η τουρκική πλευρά θα εφάρμοζε τη συμφωνία. Αντί να καταγγείλει την ανάμειξη και τα σχέδια των ιμπεριαλιστών ζητούσε τη μεγαλύτερη εμπλοκή τους. Ηταν και αυτή μια εθνικιστική θέση που στρέφονταν ενάντια στους τουρκοκύπριους.
Εθνικιστικό ναι
Στην ίδια κατεύθυνση όμως στόχευε και το ναι που είπαν οι ηγεσίες των ελληνοκυπριακών κομμάτων. Και γι αυτούς το σχέδιο ήταν ετεροβαρές προς τις τουρκικές θέσεις και δεν ήταν αυτό που ήθελαν. Η μεγάλη τους έγνοια όμως ήταν να μην βρεθεί η Κυπριακή Δημοκρατία σε αντιπαράθεση με τους Αμερικανοβρετανούς και κατά συνέπεια με τα ΗΕ, την Ε.Ε. και γενικά τον "διεθνή παράγοντα" και να χάσει περισσότερα λέγοντας όχι απ ότι λέγοντας ναι. Για αυτό και χαιρέτησαν ολοι την πρόταση του ΑΚΕΛ για αναβολή των δημοψηφισμάτων αλλά κανείς δεν διανοήθηκε να προτείνει και αναβολή της ένταξης στην Ε.Ε ή να ζητήσει να σταματήσει το εμπάργκο και οι αποκλεισμοί σε βάρος των τουρκοκυπρίων. Αντίθετα σήμερα κατηγορούν τον Παπαδόπουλο ότι με το όχι, έδωσε τη δυνατότητα στους τουρκοκύπριους να διεκδικούν χαλάρωση του εμπάργκο και διεθνή αναγνώριση. Ήταν ένα ναι που από πίσω του έκρυβε την υστερόβουλη επιθυμία για να πάρουν τώρα ότι μπορούν περισσότερο και να κρατήσουν ανοιχτό το δρόμο στο μέλλον για να ξαναβάλουν χέρι στο βορρά. Ήταν ένα εθνικιστικό ναι που και αυτό στρέφονταν σε βάρος των τουρκοκυπρίων.
Βέβαια πολλοί από τους απλούς ανθρώπους κυρίως της αριστεράς υποστήριξαν το ναι γιατί πραγματικά ήθελαν την ειρήνη και τη συνεργασία με τους τουρκοκύπριους και δεν έβλεπαν με αυτό τον υποκριτικό και υστερόβουλο τρόπο τα πράγματα. Πίστευαν ότι μια διευθέτηση έστω και με ένα σχέδιο σαν αυτό των Αγγλοαμερικανών θα έδινε μια ευκαιρία για να ανοίξει ένα παράθυρο προς τη συνύπαρξη και έλπιζαν σε κάποια κοινή δράση ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων που να δώσει μια άλλη προοπτική στην ειρήνη στη Κύπρο. Παρ' όλα αυτά, ούτε αυτοί κατάφεραν να ξεπεράσουν την αντίληψη για τη νέα διαίρεση της κοινωνίας ανάμεσα στους οπαδούς του ναι και του όχι και να θεωρούν ότι από τη μια βρίσκονται οι υποστηρικτές της ειρήνης και της επαναπροσέγγισης, αυτοί που θέλουν λύση, και από την άλλη οι υποστηρικτές της διχοτόμησης, οι εθνικιστές που δεν θέλουν λύση.
Αυτή αντίληψη έχει οδηγήσει πολύ από αυτό το κόσμο να κλείσει τα αυτιά και τα μάτια του και να οχυρώνεται πίσω από το ναι και να μέμφεται όσους ψήφισαν όχι και να τους θεωρεί σαν τους πρώτους αντίπαλους του. Με τον ίδιο τρόπο και οι εθνικιστές του όχι προσπαθούν να παρουσιάσουν το όχι σαν επιβράβευση της εθνικιστικής πολιτικής τους.
Αυτό εκφράστηκε και στις ευρωεκλογές. Οι υποστηρικτές του ναι και κυρίως οι αριστεροί συγκροτήθηκαν σε μια προσπάθεια να δείξουν ότι έχουν σημαντική υποστήριξη μέσα στη κοινωνία. Αυτό προσπάθησε κυρίως η συμμαχία του Τακη Χατζηδημητρίου μαζί με τον Βασιλείου, τον Στυλιανίδη και διάφορους "αριστερούς". Απο την άλλη το ίδιο προσπάθησαν και ο Μάτσης με τους αποσκιρτήσαντες από τον ΔΗΣΥ αλλά και τα μικρά κόμματα του όχι όπως τους Νέους Ορίζοντες και τους Οικολόγους.
Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών έδειξαν πόσο λάθος έχουν και οι δύο πλευρές. Ούτε οι οπαδοί του ναι κατάφεραν να καρπωθούν τη δυσαρέσκεια του κόσμου για τις εξελίξεις στο κυπριακό, ούτε οι εθνικιστές του όχι.
Αντίθετα με αυτή τους την αντιμετώπιση οι "αριστεροί του ναι" σαμπόταραν προτάσεις όπως αυτή της Εργατικής Δημοκρατίας για ένα ψηφοδέλτιο με δυο τουρκοκύπριους υποψηφίους που θα μπορούσε να δώσει μια νέα διάσταση όχι μόνο στις ευρωεκλογές αλλά και συνολικότερα στις εξελίξεις στο κυπριακό. Ακόμη χειρότερα, σαμπόταραν την κινητοποίηση που οργάνωσαν 8 τουρκοκυπριακές και ελληνοκυπριακές οργανώσεις ενάντια στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Τουρκία. Σαμπόταραν την μοναδική δικοινοτική διαδήλωση που κατάφερε στη πράξη να καταργήσει τα σύνορα αφού διέσχισε την νεκρή ζώνη και πέρασε στο νότο χωρίς η αστυνομία να τολμήσει να κάνει τον παραμικρό έλεγχο σε όσους συμμετείχαν. Αγνόησαν το κάλεσμα των τουρκοκυπριακών οργανώσεων νεολαίας που αποτελούν το σύνολο σχεδόν των κομμάτων που δεν συμμετέχουν στη κυβέρνηση Ταλάτ. Προτιμούν αντί πολιτικές εκδηλώσεις που να στρέφονται ενάντια στους ιμπεριαλιστές που αιματοκύλησαν την περιοχή μας, να οργανώνουν πανηγύρια που δεν ενοχλούν τους Αγγλοαμερικάνους και ευρωπαίους "φίλους". (Καλά είναι ακόμη και τα πανηγύρια φτάνει να δίνουν και κάποια προοπτική και να μην ελέγχονται από τους αμερικάνους ή τους φίλους τους)
Επαναπροσέγγιση από τα κάτω
Η αριστερά δεν μπορεί να έχει μια τέτοια υποκριτική αντίληψη της ειρήνης, της συμφιλίωσης, της συνεργασίας, και της κοινής δράσης. Αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα από φόρμουλες και σχέδια που ετοιμάζουν οι ιμπεριαλιστές για να εξυπηρετήσουν τα σχέδια τους αλλά μέσα από την κοινή δράση ενάντια στα σχέδια των ιμπεριαλιστών και των εθνικιστών.
Σήμερα, ακόμη και πολλοί τουρκοκύπριοι από αυτούς που υποστήριξαν το ναι, όπως ο Οζκιέρ Οζκιούρ του Κόμματος Ενωμένη Κύπρος βλέπουν τον ρόλο των ιμπεριαλιστών και κατανοούν ότι "κάθε κατάκτηση του Άγγλο-Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή μας αργά ή γρήγορα θα είναι εις βάρος μας και εις βάρος των Λαών της ευρύτερης περιοχής" (σχετικό άρθρο του δημοσιεύουμε σε διπλανή στήλη)
Αυτή είναι η πραγματικότητα γύρο από το σχέδιο Ανάν και αν δεν μπορέσουμε σύντομα να ξεπεράσουμε αυτή τη νέα διαίρεση σε οπαδούς του ναι και του όχι και να δράσουμε κοινά είναι σίγουρο ότι οι ιμπεριαλιστές θα έχουν πολλές "κατακτήσεις" στη Κύπρο και στη γύρο περιοχή.
Το όχι των ελληνοκυπρίων, δεν είναι αντιφατικό με το ναι των τουρκοκυπρίων. Οι περισσότεροι ελληνοκύπριοι είπαν όχι γιατί δεν ήθελαν να κάνουν παραχωρήσεις στους ιμπεριαλιστές και φοβόντουσαν ότι το σχέδιο που κατασκευάστηκε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα τους, αργά ή γρήγορά θα οδηγούσε σε νέες συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές και σε επανάληψη του θλιβερού παρελθόντος. Το ναι των τουρκοκυπρίων ήταν ένα όχι στον Ντεκτάς και τους εθνικιστές που δεν θέλουν καμιά συνύπαρξη με τους ελληνοκυπρίους. Ηταν ένα ναι για να ξεπεράσουν την απομόνωση στην οποία τους έχει οδηγήσει το εμπάργκο και οι αποκλεισμοί που τους επιβάλλει η ελληνοκυπριακή πλευρά.
Σήμερα αυτό είναι φανερό σε πολύ περισσότερο κόσμο απ' ότι πριν το δημοψήφισμα. Αυτή είναι η καλύτερη βάση για να κτίσουμε τη κοινή μας δράση ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι ενάντια στον πόλεμο, τους ιμπεριαλιστές και τον εθνικισμό. Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι πρωτοβουλίες σαν την κοινή διαδήλωση στις 26 του Ιούνη ενάντια στο ΝΑΤΟ και τα σχέδια του Μπούς για την "ευρύτερη Μέση Ανατολή" για να αντιστρέψουμε το ψυχροπολεμικό κλίμα που έχει εμφανιστεί μετά τα δημοψηφίσματα ανάμεσα στις δύο πλευρές και να πιέσουμε τις ηγεσίες μας να αναζητήσουν μια πραγματικά ειρηνική και δημοκρατική διευθέτηση μακριά και έξω από τα σχέδια των ιμπεριαλιστών.
Ταξική ενότητα
Η βάση για τους κοινούς αγώνες ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων ήταν πάντα ταξική. Όπως λεει πολύ χαρακτηριστικά και ο βετεράνος συνδικαλιστής Παντελής Βαρνάβας σε άρθρο του στη Χαραυγή: όσες φορές βρέθηκαν μαζί ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι ήταν είτε για να παλέψουν ενάντια στους ξένους ή ενάντια στη φτώχια και ανάφερε σαν παράδειγμα τις απεργίες του '48 σαν μια κορυφαία στιγμή για το εργατικό κίνημα στην Κύπρο και την ενότητα ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων εργαζομένων.
Προς αυτή τη κατεύθυνση είναι που πρέπει να στραφούμε και όχι να κάνουμε πλάτες στους ιμπεριαλιστές για να επιβάλουν τα σχέδια τους και να ελπίζουμε ότι σε αντάλλαγμα θα μας αφήσουν και εμάς ήσυχους για να ζήσουμε ειρηνικά.
Ντίνος Αγιομαμίτης
Εκείνοι κι' Εμείς
Του Οζκιέρ Οζκιούρ
Δημοσιεύτηκε στη Χαραυγή στις 26/6/04
Εκείνοι, δηλαδή οι Άγγλο-Αμερικάνοι, όταν δίνανε την τελική μορφή στο Σχέδιο Ανάν υπέρ της Τουρκίας, εμείς, οι Τουρκοκύπριοι, χαιρόμασταν. Χαιρόμασταν γιατί νομίζαμε πως όλα πάνε όπως θέλουμε. Όταν όμως εκείνοι "κλαδεύανε" το Σχέδιο ανάλογα με την επιθυμία της Άγκυρας, σκεφτόντουσαν και για το πως πρέπει να είναι τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων της 24ης Απριλίου.
Εμείς θέλαμε να πει "Ναι" η πλειοψηφία στο βορρά και στο νότο της Κύπρου, αλλά στην Ελβετία εκείνοι με τη γενναιοδωρία τους προς την Άγκυρα, ετοίμασαν συνειδητά το κλίμα για να πει "Όχι" η πλειοψηφία στο νότο.
Πήραν το αποτέλεσμα που ήθελαν. Περισσότερο από την λύση του Κυπριακού ήθελαν να ανοίξουν το δρόμο της Τουρκίας προς την Ε.Ε..
Έγινε αυτό που ήθελαν.
Σε ποιο βαθμό άνοιξε ο δρόμος της Τουρκίας προς στην Ευρώπη θα φανεί φέτος το Δεκέμβριο. Στην φάση αυτή ήδη άρχισαν να λενε στην Τουρκία "Εμείς στην Ελβετία σου προσφέραμε τη στήριξή μας και τώρα υπάρχουν αυτά που ζητάμε εμείς από σένα".
Όπως αναφέρουν τα δημοσιεύματα στον τούρκικο Τύπο, οι ΗΠΑ ζητούν από την Τουρκία τα παρακάτω:
-Χρήση της στρατιωτικής βάσης Ιντζιρλίκ για 48 μαχητικά και 10 πετρελαιοφόρα αεροπλάνα.
-Γεωγραφική επέκταση της βάσης Ιντζιρλίκ
-Χρήση του αεροδρομίου του Ικονίου για εκπαιδευτικούς σκοπούς
-Τρεις νέες ναυτικές βάσεις στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου
-Να μετατραπεί η Τουρκία σε κεντρική βάση υποστήριξης των Αμερικανικών δυνάμεων στα Βαλκάνια, Καύκασο και Μέση Ανατολή.
Όταν οι επιθυμίες (τα αιτήματα) των Αμερικανών δημοσιεύθηκαν στην Τουρκική εφημερίδα "Τζουμχουριέτ" στης 18 Μαΐου 2004, διαψεύσθηκαν από την Πρεσβεία των ΗΠΑ στην Άγκυρα.
Αλλά μετά το δημοσίευμα της 24ης Μαΐου 2004 στο οποίο η "Τζουμχουριέτ" παρουσίασε τα ντοκουμέντα, δεν ακολούθησε ούτε "αποδοχή" ούτε "άρνηση" της Πρεσβείας.
Προτίμησε την σιωπή.
Ο αείμνηστος Ισμέτ Ινονού έλεγε "Το να συμμαχείς με μια υπερδύναμη μοιάζει με το να μπαίνεις με ένα άγριο ζώο στο κρεβάτι".
Εμείς οι Τουρκοκύπριοι αναγκαστήκαμε να ζούμε μέσα σε ένα κλειστό καθεστώς επί πολλά έτη. Με τη λύση βάσει του Σχεδίου Ανάν θέλαμε και θέλουμε να σωθούμε από αυτή την κατάσταση και να συναντήσουμε τον πολιτισμένο κόσμο. Όμως εκείνοι κάνανε αλλιώτικους υπολογισμούς όταν παρίσταναν ότι μας παρέχουν αυτό που δικαιούμαστε.
Όταν "κλαδεύανε" το Σχέδιο Ανάν εν ονόματι του ανοίγματος του Ευρωπαϊκού δρόμου της Τουρκίας είχαν ετοιμάσει και το κοστολόγιο.
Παίζεται ένα μεγάλο παιχνίδι. Το όνομα του είναι "Το Σχέδιο για την Μεγάλη Μέση Ανατολή" και στο κέντρο αυτού του Σχεδίου είναι η Τουρκία.
Ας δούμε τι λέει και η κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΚΔΑ) στην Άγκυρα: "Από άποψη γενικών στόχων το Σχέδιο για την Μεγάλη Μέση Ανατολή συμπίπτει με την πορεία αλλαγής την οποία επιθυμεί και η Τουρκία για την ευρύτερη περιοχή. Η χώρα μας συμμερίζεται τους στόχους για αλλαγή προς τις σύγχρονες και οικουμενικές άξιες -τις οποίες συμμεριζόμαστε κι' εμείς- και για αναβάθμιση του επιπέδου ευημερίας και ανάπτυξης των ανθρώπων στην γεωγραφική περιοχή που ονομάζεται Μεγάλη Μέση Ανατολή " (Εφημερίδα "Αϊντινλικ" Π 23 Μαΐου 2004)
Μπορεί η κυβέρνηση του ΚΔΑ στην Άγκυρα να έχει υιοθετήσει τον ρόλο τον οποίο έχει "κόψει και ράψει" η Ουάσινγκτον για την Τουρκία στο Σχέδιο των ΗΠΑ για τη Μεγάλη Μέση Ανατολή. Μπορεί ο κ. Ταγίπ Ερντογάν στο δρόμο για την Ε.Ε. να βλέπει με θέρμη τις επιθυμίες των Αγγλο-Αμερικανών ως αντάλλαγμα για την "κατανόηση" που έδειξαν στο θέμα της Κύπρου. Μπορεί να έχουν σκεφτεί κάποιο "ρόλο" σε αυτό το σενάριο και για τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ
Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Τουρκία δεν διακρίνεται για τη σταθερότητά της. Ανά πάσα στιγμή οι ισορροπίες μπορούν να ανατραπούν μέσα σε μια νύχτα. Δεν βλέπουν όλοι στην Τουρκία θετικά την προσπάθεια των ΗΠΑ οι οποίες θέλουν να χρησιμοποιήσουν την Τουρκία ως παράδειγμα χώρας μετριοπαθούς ισλαμισμού.
Εμείς, ως Τουρκοκύπριοι θέλουμε να ανοίξει ο δρόμος της Τουρκίας για την Ε.Ε. με τον εκδημοκρατισμό της. Επίσης είμαστε υπέρ και μια δίκαιης λύσης βάσει του Σχεδίου Ανάν πριν από το Δεκέμβριο, αλλά δεν το αντέχει η καρδιά μας να γίνονται παζαρέματα πάνω στις πλάτες μας για να μετατραπεί η Τουρκία σε όχημα του Αγγλο-Αμερικανικου ιμπεριαλισμού.
Κάθε κατάκτηση του Άγγλο-Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή μας αργά ή γρήγορα θα είναι εις βάρος μας και εις βάρος της Τουρκίας και των Λαών της ευρύτερης περιοχής.