Περιεχόμενα


28 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΌ ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΌΠΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟ '74

ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Ο δρόμος για την ειρήνη

Ο νέος κύκλος των συνομιλιών Κληρίδη - Ντεκτάς που ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέβρη με τα γεύματα των δυο πολιτικών έχει φτάσει στο τέλος του αλλά δεν έχει δώσει τίποτα το καινούργιο

Οι προσδοκίες που δημιουργήθηκαν ότι αυτή τη φορά θα υπήρχε μια θετική κατάληξη και μάλιστα μέχρι το τέλος του Ιούνη δεν δικαιώθηκαν. Παρ' όλα αυτά οι αξιωματούχοι των Η.Ε. αλλά ακόμη και κυβερνητικοί παράγοντες δηλώνουν αισιόδοξοι οτι τελικά θα υπάρξει κάποια συμφωνία πρίν το τέλος του χρόνου.

Όλη αύτη η φιλολογία που αναπτύσσεται γύρο από τις συνομιλίες δημιουργεί μια σειρά από ερωτήματα σ'εναν κόσμο που δεν θα ήθελε να ξαναδεί να επαναλαμβάνεται το σφαγείο του πολέμου στην Κύπρο.

Δεν είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής το Κυπριακό; Για να λυθεί δεν πρέπει να αποχωρήσει ο τούρκικος στρατός και να "απελευθερωθεί" η Κύπρος;

O πόλεμος στη Κύπρο δεν ξεκίνησε το '74, αλλά αρκετά πιο πριν. Το '74 δεν ήταν παρά μια ακόμα φάση σε μια σειρά πολεμικών επεισοδίων και συγκρούσεων που άρχισαν τουλάχιστον από το '58 και συνεχίστηκαν το '63 - '64, και το '67 με τις επιχειρήσεις της Κοφίνου.

Εδώ και πολλά χρόνια στην Κύπρο διεξάγεται ένας ανελέητος πόλεμος για την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική κυριαρχία στο νησί, ανάμεσα στους έλληνες και ελληνοκύπριους καπιταλιστές από τη μια και τους τούρκους και τουρκοκύπριους ομόλογους τους από την άλλη. Αυτοί και οι κυβερνήσεις τους αποφάσισαν τους πολέμους και δημιούργησαν το πρόβλημα.

Είναι μια διαμάχη στην οποία και οι δύο πλευρές έχουν αντιδραστικούς και άδικους σκοπούς. Για να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα τους δεν δίστασαν να εφαρμόσουν και οι δυό τις πιο βάρβαρες μεθόδους εθνικού ξεκαθαρίσματος και να οδηγήσουν στη σφαγή και την προσφυγιά χιλιάδες απλούς ανθρώπους και από τις δυό πλευρές.

Το οτι οι "δικοί μας", οι ελληνοκύπριοι και έλληνες καπιταλιστές έχασαν το πόλεμο του '74 δεν τους μετατρέπει και σε αδικημένους. Μέχρι τότε ήταν αυτοί οι επιτιθέμενοι που καταπίεζαν και έσφαζαν τους τουρκοκύπριους. Ήταν αυτοί που κρατούσαν με τη βία των όπλων, τους τουρκοκύπριους, το 18% του πληθυσμού, στους θύλακες που αποτελούσαν μόλις το 4.8% του εδάφους.

΄Οταν οι ελληνοκύπριοι εθνικιστές μιλούν για "απελευθέρωση" αυτό που στη πραγματικότητα θέλουν είναι τη ρεβάνς για την ήττα του '74. Θέλουν να ξαναπάρουν το πάνω χέρι.

Μια διευθέτηση λοιπόν που θα εξασφαλίζει αυτά τα συμφέροντα της "δικής μας" πλευράς οχι μόνο δεν θα είναι δίκαιη αλλά και με κανένα τρόπο δεν θα εξασφαλίζει την ειρήνη.

Δεν θα είναι άδικη όμως μια συμφωνία που δεν θα εξασφαλίζει το δικαίωμα των προσφύγων να επιστρέψουν στα σπίτια τους;

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία οτι οι πρόσφυγες - οι απλοί άνθρωποι βέβαια, και οχι όσοι απο αυτούς είναι κομμάτι της άρχουσας τάξης όπως ο Λόρδος ή ο Κατσελής - είναι αθώα θύματα. Έχασαν μέσα σε λίγες μέρες οτι έχτιζαν με κόπο για μια ολόκληρη ζωη.

Υπεύθυνος όμως γι αυτή τη μεγάλη καταστροφή και δυστυχία που έφερε ο πόλεμος, δεν είναι μόνο ο τούρκικος στρατός και η τούρκικη άρχουσα τάξη. Είναι και η "δική μας" άρχουσα τάξη, που έχει τουλάχιστον την άλλη μισή ευθύνη για τη δημιουργία του Κυπριακού προβλήματος με την επιθετική και αρπαχτική πολιτική που ακολούθησε σε βάρος των τουρκοκυπρίων. Ενάντια σε αυτήν είναι που πρέπει πρώτα και κύρια να στραφούμε και να ζητήσουμε οτι χάσαμε.

Αντί λοιπόν να οργανώνουμε αντικατοχικές πορείες και συλλαλητήρια που σε τελευταία ανάλυση εξυπηρετούν την δική μας άρχουσα τάξη, γιατί της επιτρέπουν να καλλιεργεί το μύθο του αθώου θύματος και ενισχύουν την επιθετική της πολιτική εναντίον των τουρκοκυπρίων, θα πρέπει να οργανώνουμε πορείες στο Προεδρικό και τη Βουλή και να ζητάμε να μας δώσουν, σπίτια, με κατάλληλο εξοπλισμό, κοινωνικές παροχές και επιχορηγήσεις. Αυτά όμως η άρχουσα τάξη και η κυβέρνηση, δεν τα έχουν για τους φτωχούς πρόσφυγες αλλά για τον εαυτό τους. Για τους ξενοδόχους και κεφαλαιοκράτες "πρόσφυγες" και μη, που πήραν πίσω όχι μόνο όσα έχασαν το '74 αλλά και πολύ περισσότερα.

Σήμερα στα σπίτια των ελληνοκυπρίων προσφύγων κάθονται άλλοι άνθρωποι, τουρκοκύπριοι και μετανάστες που ήρθαν από την Τουρκία. Έχουν παντρευτεί, γέννησαν τα παιδιά τους, δημιούργησαν τη δική τους ζωή, έχτισαν τα δικά τους όνειρα και σχέδια. Ποίος θα ζητήσει ή θα επιβάλει σε αυτούς τους ανθρώπους να φύγουν απο τα σπίτια τους; Κάτι τέτοιο δεν θα είναι νεα προσφυγοποίηση χιλιάδων αθώων απλών ανθρώπων; Δυστυχώς δεν υπάρχει σήμερα κανένας δίκαιος τρόπος για να γυρίσουν οι ελληνοκύπριοι πρόσφυγες στα παλιά τους σπίτια. Μόνο με πόλεμο ή με τη βία θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Υπάρχει όμως κανένας λόγος να δημιουργήσουμε μια νέα αδικία για να αναιρέσουμε μια προηγούμενη; Οχι. Μια τέτοια αδικία θα δημιουργούσε νεα μεγάλη καταστροφή και δεν θα έλυνε κανένα πραγματικό πρόβλημα αφού οι ελληνοκύπριοι πρόσφυγες στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν δημιουργήσει ήδη μια νέα ζωή στο νότο.

Μήπως είναι καλύτερα να μείνουν τα πράγματα όπως έχουν σήμερα;

Η κατάσταση δεν μπορεί να μείνει όπως είναι. Οι διάφορες κρίσεις που ξεσπούν κατα περιόδους όπως στα Ιμια, στη Δερύνεια, ή πρόσφατα με το Σισμίκ έδειξαν οτι η ανακωχή που υπάρχει στη Κύπρο απο το '74, μπορεί την οποιαδήποτε στιγμή να μετατραπεί σε θερμό επεισόδιο και πόλεμο.

Αυτός ο κίνδυνος γίνεται ακόμα μεγαλύτερος σήμερα σε συνθήκες παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και αστάθειας. Τα διπλωματικά ειδύλλια μεταξύ Παπανδρέου και Τζέμ δεν προσφέρουν καμιά ασφάλεια απο την απειλή του πολέμου. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι την ίδια στιγμή συνεχίζονται οι "αερομαχίες" στο Αιγαίο ή γίνονται αψιμαχίες για τον Ευρωστρατό και άλλα παρόμοα.

Ο λόγος γι αυτή την κατάσταση είναι τα μεγάλα συμφέροντα που παίζονται ανάμεσα στις άρχουσες τάξεις των δυο πλευρών. Αυτό που τους ενδιαφέρει δεν είναι ούτε οι πρόσφυγες, ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στη πραγματικότητα διεκδικούν η κάθε μια για τον εαυτό της το ρόλο της τοπικής υπερδύναμης στη περιοχή, του πιό αξιόπιστου και αποτελεσματικού σύμμαχου των Αμερικανών και της Δύσης για την επιβολή της πολιτικής τους στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Διεκδικούν τα περάσματα των πετρελαίων της Κασπίας, τις αγορές των Βαλκανίων και των χωρών της πρώην Σοβιετική Ενωσης.

Τέτοια κυνικά συμφέροντα παίζονται πάνω στις πλάτες των απλών ανθρώπων στην Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο. Γι αυτό και οι πιο θερμές διακυρήξεις για ελληνοτουρκική προσέγγιση συνοδεύονται με τεράστιους εξοπλισμούς.

Δεν πρέπει να εξοπλιζόμαστε; Δεν υπάρχει κίνδυνος να μας επιτεθεί η Τουρκία;

Όταν παίζονται τόσο χοντρά συμφέροντα ο πόλεμος είναι πάντα μια άμεση απειλή. Ο κίνδυνος πολέμου όμως δεν προέρχεται μόνο από την άλλη πλευρά. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι αν η "δική μας" πλευρά νοιώσει ότι μπορεί να βγει κερδισμένη μέσα από μια πολεμική σύρραξη, ή κάποιο θερμό επεισόδιο δεν θα το κάνει; Το παρελθόν της είναι τόσο βρώμικο που δεν πρέπει να της έχουμε καμία εμπιστοσύνη. Δεν έχουμε κανένα λόγο να πιστεύουμε ότι οι έλληνες στρατοκράτες είναι λιγότερο πολεμοκάπηλοι από τους τούρκους ομολόγους τους.

Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια που έχουν αυξηθεί οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί στη πλευρά μας, άρχισαν να ακούγονται δηλώσεις για "απελευθερωτικά" δόγματα και όχι μόνο από περιθωριακά άτομα αλλά και απο επισήμους παράγοντες, όπως ο αρχιεπίσκοπος, ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς και άλλοι.

Οι εξοπλισμοί πουθενά και ποτέ δεν απότρεψαν τον πόλεμο. Αντίθετα τον φέρνουν πιο κοντά.

Μπορούν οι πρωτοβουλίες των Ηνωμένων Εθνών, της Ε.Ε. και των διαφόρων μεσολαβητών να φέρουν τη "λύση" του Κυπριακού και να εγγυηθούν την ειρήνη;

Οι διάφοροι μεσολαβητές ενδιαφέρονται να υπάρξει διευθέτηση του Κυπριακού για να "λύσουν" τα δικά τους προβλήματα. Ενδιαφέρονται να επιβάλουν την σταθερότητα της δικής τους ιμπεριαλιστικής "Νέας Τάξης Πραγμάτων" στις ευαίσθητες περιοχές των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Η Ελλάδα και η Τουρκία είναι δυο χώρες που μπορούν να επιβάλουν αυτή τη σταθερότητα στη περιοχή στο βαθμό που θα μπορέσουν να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές.

Γι αυτό είναι που πιέζουν και τις δυο πλευρές για μια διευθέτηση. Ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα τους ενδιαφέρουν, ούτε η ειρήνη και η ευημερία των απλών ανθρώπων στη περιοχή.

Παρόμοιες "μεσολαβήσεις" και "διευθετήσεις", είδαμε να γίνονται και στα Βαλκάνια και στην Παλαιστίνη αλλά δεν έφεραν πουθενά ούτε την ειρήνη, ούτε τη δημοκρατία, ουτε βέβαια και την ευημερία.

Δεν είναι καλύτερα όμως να συνομιλεί ο Κληριδης με τον Ντεκτας παρά να σφαζόμαστε;

Βεβαίως είναι καλύτερα να συνομιλούν παρά να πολεμούν. Είναι λάθος όμως να πιστεύουμε ότι οι συνομιλίες μπορούν να απομακρύνουν από μόνες τους τον κίνδυνο πολέμου. Την ίδια ώρα που κάνουν τις πιο θερμές χειραψίες και ανταλλάσσουν τους πιο εγκάρδιους χαιρετισμούς, ο Κληριδης και ο Ντεκτας συνεχίζουν να εξοπλίζονται και να δημιουργούν όλες τις προϋποθέσεις για ένα νέο γύρο πολέμου.

Στην πραγματικότητα χρησιμοποιούν και τις συνομιλίες σαν όπλο σε βάρος του αντίπαλου. Και οι δυο πλευρές μπήκαν σε αυτό το νέο κύκλο συνομιλιών για να κερδίσουν πόντους στα διπλωματικά παζάρια και όχι γιατί έχουν κάποια διάθεση να κάνουν συμβιβασμούς για να καταλήξουν σε συμφωνία. Ο Ντεκτάς ζήτησε τις συνομιλίες για να "βγάλει τον Κληρίδη απο την ομπρέλλα της Ε.Ε." όπως δήλωσε ο ίδιος και ο Κληρίδης αποδέχτηκε για να αποδείξει ότι δεν είναι αυτός ο αδιάλλαχτος αλλά ο Ντεκτάς.

Χρησιμοποιούν ακόμη και οι δυό τις συνομιλίες σαν όπλο σε βάρος των ίδιων των εργαζομένων μέσα στη πλευρα τους. Μήν μιλάτε, μήν κάνετε φασαρία, μήν ζητάτε τίποτα γιατί είμαστε μπροστά σε κρισιμές εξελίξεις στο Κυπριακό. Με αλλοθι αυτές τις "κρίσιμες" εξελίξεις και την ένταξη στην Ε.Ε. που θα "μας βοηθήσει να λύσουμε το Κυπριακό" σύμφωνα με τις ελληνοκυπριακές θέσεις ο Κληρίδης εχει πετύχει για λογαριασμού του ελληνοκυπριακού καπιταλισμού, να βάλει σε αμφισβήτηση όλες σχεδόν τις εργατικές κατακτήσεις των τελευταίων πενήντα χρόνων, ΑΤΑ, ωράριο, συντάξεις, μισθούς πρόσληψης, συμβάσεις, δωρεάν Παιδεία και Υγεία.Ποια λύση προτιμούμε εμείς; Τι μπορεί να εξασφαλίσει την ειρήνη;

Ακόμα και αν καταλήξουν οι Κληριδης - Ντεκτας σε κάποια συμφωνία, αν βρουν ένα κοινά αποδεχτό στάτους κβο, αυτό δεν θα εξασφαλίσει την ειρήνη στη Κύπρο. Τα οικονομικά συμφέροντα, οι ανταγωνισμοί και η φαγωμάρα ανάμεσα στις άρχουσες τάξεις των δυο πλευρών που δημιούργησαν το πρόβλημα δεν θα πάψουν να υπάρχουν, ιδιαίτερα σήμερα, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης.

Γι αυτό εμείς δεν "προτιμούμε" καμία από αυτές τις συμφωνίες. Για μας το πιο σημαντικό δεν είναι το αν η Κύπρος θα είναι Ομοσπονδία ή Συνομοσπονδία, ένα ενιαίο κράτος ή δυο χωριστά. Για μας το πιο σημαντικό δεν είναι το από που θα περνά η γραμμή των συνόρων.

Τα πιο σημαντικό για μας είναι τα σύνορα του μίσους και της καχυποψίας που υπάρχουν στα μυαλά και τις καρδιές των απλών ανθρώπων στις δυο πλευράς. Πάνω σε αυτά είναι που πατούν οι διάφοροι εθνικιστές ηγέτες για να μας τραβούν στον πόλεμο και τις σφαγές για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα τους.

Αυτά τα σύνορα είναι που πρέπει να γκρεμιστούν αν θέλουμε να απομακρύνουμε τον κίνδυνο πόλεμου. Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε μια πολιτική ειλικρινούς επαναπροσέγγίσης. Μια πολιτική που να χτίζει τη φίλια και την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους στην Ελλάδα την Τουρκία και την Κύπρο. Που να μη βάζει όρους και προϋποθέσεις για την ειρήνη. Που να σέβεται την θέληση των τουρκοκύπριων, όπως αυτοι την εκφράζουν και όχι όπως εμείς θα τη θέλαμε. Μια πολιτική που να δείχνει οτι εμείς όχι μόνο δεν έχουμε καμία σχέση με τα σχέδια και τις βλέψεις της δικής μας άρχουσας τάξης αλλά αντίθετα είμαστε αποφασισμένοι να παλέψουμε ενάντια σ'αυτά.

Έτσι όχι μόνο χτίζουμε την ενότητα ελλήνων και τούρκων εργατών και απομακρύνουμε τον κίνδυνο πολέμου αλλά δημιουργούμε και τις προϋποθέσεις για την ανατροπή των ίδιων των αρχουσών τάξεων και του καπιταλιστικού συστήματος που προκαλεί τους ανταγωνισμούς, τις κρίσεις και τους πολέμους. Αυτό είναι και το μόνο που μπορεί να εξασφαλίσει μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη στην περιοχή.


Περιεχόμενα

Τι οδήγησε στο πραξικόπημα;

Κλείνουν φέτος 28 χρόνια, από τον Ιούλιο του 1974 όταν οι ερπίστριες των τάνκς όργωναν τους δρόμους της Λευκωσίας. Δεκάδες εκατοντάδες δημοκράτες συνελήφθηκαν και βασανίστηκαν από τα φασιστοειδή καθάρματα της ΕΟΚΑ Β και τους εγκάθετους στρατιωτικούς της ελληνικής Χούντας.

Σε ομαδικούς τάφους έθαβαν τους αγωνιστές που αντιστάθηκαν και μαζί τους έθαβαν την δημοκρατία και κάθε ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ηταν τέλικα το πραξικόπημα αναπόφευκτο;

Ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός

Στη Κύπρο η εικόνα που καλλιεργείται για τη Χούντα είναι ότι κάποιοι "παράφρονες στρατιωτικοί έκαναν πραξικόπημα για να πουλήσουν την Κύπρο στους Τούρκους. Είναι γεγονός ότι οι προσπάθειες των ελληνοκύπριων καπιταλιστών όλη την προηγούμενη περίοδο να επιβάλουν την δική τους κυριαρχία στο νήσι, είχαν και την στήριξη της Ελλάδας. Αυτή η συμμαχία όμως δεν ήταν πάντα "αδελφική". Οι έλληνες καπιταλιστές είχαν τις δικές τους μεγαλεπήβολες επιδιώξεις.

Η ελληνική άρχουσα τάξη βρίσκονταν σε ανταγωνισμό με τη Τουρκία. Και οι δυο πλευρές διεκδικούσαν το ρόλο του ισχυρότερου σύμμαχου του δυτικού ιμπεριαλισμού στη περιοχή. Αυτό σήμαινε τη οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική ανάδειξη τους στη περιοχή.

Το 1973 η "πετρελαϊκή κρίση" έστειλε τη τιμή του "μαύρου χρυσού" στα ύψη. Τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο αποκτούσαν ξαφνικά τεράστια αξία. Απο την άλλη ο ανταγωνισμός για τις αγορές στη Μέση Ανατολή σήμαινε αυτόματα ανταγωνισμό για τα αεροναυτικά περάσματα στο Αιγαίο. Η Ελλάδα ζητούσε να κηρυχθεί το Αιγαίο κλειστή θάλασσα. Τελικά κατάφερε να κερδίσει το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων από 6 σε 12 ναυτικά μίλια.

Αν η Χούντα εξασκούσε αυτό το δικαίωμα τα διεθνή ύδατα του Αιγαίου θα περιορίζονταν από 49% σε ένα ελάχιστο 19%. Η Τουρκία απειλούσε ότι τυχόν επέκταση των χωρικών υδάτων, θα ήταν αιτία πολέμου.

Ο Μακάριος

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η Χούντα του Ιωαννίδη οργάνωσε το πραξικόπημα στη Κύπρο. Αυτή η κίνηση σκοπό είχε να αναβαθμίσει από τη μια την ίδια την Χούντα που κατέρρεε κάτω από την πίεση των εργατών και της νεολαίας μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου και από την άλλη να αναβαθμίσει την στρατηγική θέση της Ελλάδας απέναντι στη Τουρκία. Ο ελληνικός καπιταλισμός θα κατοχύρωνε το προβάδισμα του σαν ο πιο σημαντικός συνεταίρος των ιμπεριαλιστών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αυτό που δεν ήταν σίγουρο για τη Χούντα ήταν η στάση των ελληνοκυπρίων.

Ο Μακάριος θεωρείται αντιχουντικός γιατί συγκρούστηκε με τη Χούντα. Η αλήθεια όμως είναι ότι ποτέ δεν καταδίκασε τη Χούντα. Συγκρούστηκε μαζί της μόνο όταν έγινε ολοφάνερο ότι ετοίμαζε πραξικόπημα εναντίον του. Η σύγκρουση αυτή δεν είχε ούτε διεθνιστικό, ούτε και δημοκρατικό χαρακτήρα. Είχε σαν αφετηρία τα συμφέροντα του ελληνοκυπριακού καπιταλισμού που κινδύνευαν να θυσιαστούν από τη Χούντα για χάρη των συμφερόντων του ελληνικού καπιταλισμού. Ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός εκείνη τη περίοδο ήταν σε ένταση λόγω των πετρελαίων στο Αιγαίο. Ο ελληνοκυπριακός καπιταλισμός που είχε τα δικά του οικονομικά ανοίγματα στην Μέση Ανατολή και ΕΣΣΔ απαιτούσε να είναι η τρίτη κορυφή του τριγώνου και όχι ο κομπάρσος στην ελληνοτουρκική διαμάχη όπως ήθελε η Χούντα.

Η αντίσταση

Ο Μακάριος για να αντιμετωπίσει την ΕΟΚΑ Β και τα άλλα όργανα της Χούντας στην Κύπρο που έβαζαν, βόμβες, δολοφονούσαν και τρομοκρατούσαν δημόκράτες και αριστερούς, σύμφωνα με την προσφιλή μέθοδο του αρχηγού της του Γρίβα, κατέφυγε στην αύξηση της κρατικής καταστολής και τρομοκρατίας. Δημιούργησε το εφεδρικό σώμα της αστυνομίας και του έδωσε προνόμια και υπερεξουσίες.

Πολύ νωρίς φάνηκε πόσο αδιέξοδη ήταν αυτή η πολιτική. Οχι μόνο γιατί η Χούντα είχε ήδη διαβρώση ολόκληρη την ηγεσία της Εθνοφρουράς και σε ένα σημαντικό βαθμό την αστυνομία, αλλά γιατί μια τέτοια τακτική περιόριζε την αντίσταση στη Χούντα σε ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ ΕΟΚΑ Β' και εφεδρικού.

Αντίθετα η κινητοποίηση του εργατικού κινήματος και της νεολαίας σε μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις και τις βάσεις όχι μόνο για απομόνωση της ΕΟΚΑ Β' αλλά θα συγκροτούσε και τον πιο μαζικό "στρατό" που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πραξικόπημα.

Η ηρωϊκή αντίσταση των εργατών και της νεολαίας που κράτησε για μέρες και έδωσε την δυνατότητα στο Μακάριο να διφύγει, έδειξε πως αν αυτή η δύναμη οργανώνονταν αποτελεσματικά θα μπορούσε να τσακίσει το πραξικόπημα.

Η αριστερά αντί να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, της οργάνωσης του μαζικού κινήματος αντίστασης στη Χούντα και την πολιτική της, στήριξε τις επιλογές του Μακάριου για έκτακτα μέτρα κρατικής καταστολής. Του πρότεινε μάλιστα ένα κατάλογο με χίλια μέλη του κόμματος για να τα μετατρέψει σε ένοπλο σώμα για ενίσχυση του εφεδρικού και της αστυνομίας. Η μεγάλη δύναμη του εργατικού κινήματος και της νεολαίας έμειναν για άλλη μια φορά έξω και έδωσαν τη μάχη αυθόρμητα και ανοργάνωτα όταν ξέσπασε το πραξικόπημα.

Οι εκκλήσεις του Μακάριου για αντίσταση απο τον ραδιοσταθμό της Πάφου ήταν η τραγική επιβεβαίωση του πόσο αδιέξοδη ήταν η πολιτική του απέναντι στη Χούντα.

Οι νοσταλγοί

Σήμερα διάφοροι, ακροδεξιοί με πρώτο βιολί τον ΔΗΣΥ προσπαθούν να εξιλεώσουν τόσο το Γρίβα όσο και το ίδιο το πραξικόπημα σαν αποτέλεσμα της κρατικής βίας του καθεστώτος του Μακαρίου. Όμως κανένα συγχωροχάρτι δεν μπορεί να αθωώσει τους δολοφόνους αθώων ανθρώπων που αντιστάθηκαν στα τανκς ενάντια στους καταπατητές της δημοκρατίας και ελευθερίας.

Το δικό μας μήνυμα για το πραξικόπημα του Ιούλη είναι ξεκάθαρο. Η μόνη πραγματική προστασία από πραξικοπήματα, χούντες και δικτατορίες είναι η πάλη ενάντια σε κάθε απόπειρα των νοσταλγών της δικτατορίας στη Ελλάδα και των πραξικοπηματιών στη Κύπρο να σηκώσουν κεφάλι, είναι δεμένη με τη πάλη για το ξήλωμα της κυρίαρχης τάξης που χρησιμοποιεί τον κρατικό μηχανισμό και Στράτο σαν εφεδρεία ενάντια στο εργατικό κίνημα.

Δήμητρα Χριστοδούλου


Περιεχόμενα